> συνέντευξη στον Δημήτρη Παπαγεωργίου Αν υπάρχει κάποιος στην ελλαδική επικράτεια που γνωρίζει καλά τα θέματα του Πόντου, αυτός είναι ο Σάββας Καλεντερίδης. Ο απόστρατος αξιωματικός και νυν εκδότης, μας δίνει τις πραγματικές διαστάσεις του Ποντιακού Ζητήματος, εξαίροντας παράλληλα την αφοσίωση των Ποντίων στα εθνικά ιδεώδη. Μας συνιστά να είμαστε προσεκτικοί στην προσέγγιση των Ποντίων αδελφών μας που διαβιούν στην Τουρκία, ώστε να μην τους καθιστούμε έκθετους στις κατασταλτικές πολιτικές του βαθέος κράτους της γείτονος και ζητά να αποφύγουμε "ανεύθυνες προσεγγίσεις και σπέκουλες". Τέλος, καλεί τους πολίτες και τον πολιτικό κόσμο της χώρας να ανακινήσουν το ζήτημα της Γενοκτονίας, ώστε να υποχρεωθεί η Τουρκία να την αναγνωρίσει.
Σήμερα στην χώρα μας, αλλά και σε πολλές εστίες του απόδημου Ελληνισμού διαβιούν εκατομμύρια Έλληνες ποντιακής καταγωγής. Πόσο συνειδητοποιημένοι είναι; Διατηρούνται οι παραδόσεις τους; Οι ποντιακής καταγωγής Έλληνες, είναι από τους πιό συνειδητοποιημένους συμπατριώτες μας, είτε ζουν στην Ελλάδα, είτε στο εξωτερικό. Είναι εκατοντάδες οι ενεργοί σύλλογοι που υπάρχουν στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Ιδιαίτερα στο εξωτερικό είναι πραγματικά συγκινητική και η συμμετοχή των μεγαλύτερων ηλικιών αλλά και των παιδιών. Πρόσφατα ήμουν στην Αμερική και είδα ότι σε ένα σύλλογο στο Βερμόντ, κοντά στον Καναδά παιδιά, είτε ποντιακής καταγωγής Ελληνόπουλα, είτε από άλλες περιοχές της Ελλάδος, συμμετέχουν στα δρώμενα των συλλόγων, και κυρίως μέσα από την μάθηση των δημοτικών χορών, κρατάνε σχέσεις μεταξύ τους και διατηρούν την εθνική τους συνείδηση. Χωρίς να θέλω να διακρίνω και να ξεχωρίσω τους ποντιακής καταγωγής Έλληνες από τους υπολοίπους, μπορώ να πώ ότι στον τομέα του Πολιτισμού έχουν πρωτοπόρα δράση.
Σε ποιά χώρα του εξωτερικού, διακρίνετε πιο πολύ αυτή τη δραστηριότητα; Νομίζω ότι η πιο ενεργή Ομοσπονδία Ποντιακών Συλλόγων στον κόσμο, βρίσκεται στη Γερμανία. Εκεί κάθε χρόνο πραγματοποιείται ένα φεστιβάλ χορού, στο οποίο συμμετέχουν πάνω από 1500 παιδιά. Και μάλιστα είναι μόνο μέρος των χορευτών που συμμετέχει. Δηλαδή είναι αρκετές χιλιάδες τα παιδιά τα οποία μέσα από τη διαδικασία μάθησης των παραδοσιακών χορών, αφ ενός μεν διατηρούν την εθνική τους συνείδηση και αφ ετέρου, μένουν μακρυά και από άλλες επικίνδυνες δραστηριότητες Γιατί όσα παιδιά συμμετέχουν σε συλλόγους, σε χορούς και σε θέατρα ενεργά, δεν είναι ούτε στα ναρκωτικά, ούτε σε άλλες τέτοιου είδους δραστηριότητες.
Απαιτείται προσωπική προσέγγιση
Σήμερα στην τουρκική επικράτεια διαβιεί ένας μεγάλος αριθμός ατόμων ποντιακής καταγωγής, οι οποίοι μάλιστα διατηρούν και την Ποντιακή γλώσσα. Πόσοι είναι αυτοί; Διατηρούν δεσμούς με τους εδώ αδελφούς τους; Πώς τους συμπεριφέρεται το τουρκικό κράτος; Το ζήτημα των ελληνικής καταγωγής κατοίκων της Μικράς Ασίας, είναι πραγματικά τεράστιο. Θα έλεγα ότι έχει ιστορική πτυχή περισσότερο, παρά πολιτική. Δηλαδή, στην Μικρά Ασία, με την επικράτηση των Οθωμανών, αρκετοί πληθυσμοί, τα πρώτα χρόνια, αλλά και τους επόμενους αιώνες της Οθωμανοκρατίας, δεν άντεξαν και ασπάσθηκαν είτε το Ισλάμ είτε τον Αλεβιτισμό. Μέσα από την διαδικασία της αποδοχής μιας άλλης θρησκείας, σταδιακά αφομοιώθηκαν και εθνικά και θα μπορούσαμε να πούμε ότι εκτουρκίστηκαν. Αυτοί οι οποίοι διατηρούν ακόμη στοιχεία, πολιτισμικά, γλωσσικά της ελληνικής τους καταγωγής έντονα, από όλους αυτούς τους πληθυσμούς που εξισλαμίσθηκαν, είναι οι ελληνόφωνοι πληθυσμοί της περιοχής του Πόντου, και ειδικότερα, αυτοί που κατοικούν στον νομό Τραπεζούντας. Είναι τρεις περιοχές, ελληνόφωνων χωριών, στην περιοχή της Τραπεζούντας, είναι αρκετές δεκάδες χιλιάδες, ίσως να ξεπερνούν και τις 100 χιλιάδες. Όμως, υπάρχουν και αρκετές δεκάδες χιλιάδες, ίσως και εκατοντάδες χιλιάδες, διασκορπισμένοι σε άλλα μέρη της τουρκικής επικράτειας ή και σε διάφορες χώρες του κόσμου, ελληνόφωνοι, οι οποίοι μετανάστευσαν είτε στα πλαίσια της εσωτερικής μετανάστευσης, είτε στο εξωτερικό. Φυσικά, δεν σημαίνει η ελληνοφωνία και συνειδητοποίηση για την πραγματική τους εθνική καταγωγή. Δηλαδή, οι άνθρωποι αυτοί παρόλο που έχουν σε μεγάλο ποσοστό ως μητρική τους γλώσσα την ελληνική, σε ορισμένες περιπτώσεις είναι φανατικοί μουσουλμάνοι, εθνικιστές Τούρκοι. Η ελληνοφωνία δεν είναι κριτήριο και της συνείδησής του. Θα έλεγα ότι το ζήτημα των Ελληνόφωνων, είναι τεράστιο. Ιστορικό όπως είπα, αλλά και πολιτισμικό. Θα πρέπει να προσεγγίσουμε αυτό το ζήτημα, με εξαιρετική ευαισθησία. Διότι το τουρκικό κράτος παρακολουθεί αυτό το ζήτημα πολύ στενά. Όταν γίνονται κινήσεις οργανωμένες, εννοώ από συλλόγους, για προσέγγιση, αυτές εκλαμβάνονται ως απόπειρα ανάμιξης στα εσωτερικά της Τουρκίας και ότι δυσχεραίνεται η προσέγγιση. Αυτό το ζήτημα, πρέπει να το προσεγγίζουμε ατομικά. Δηλαδή ο κάθε ένας όταν ταξιδεύει ή συναντιέται με τέτοιους ανθρώπους, να κρατάει τις επαφές σε ατομικό επίπεδο, γιατί όπως είπα, συλλογικές ή οργανωμένες κινήσεις, συσπειρώνουν, φοβίζουν το τουρκικό κράτος και αυτό με την σειρά του, φοβίζει τους ανθρώπους εκεί. Πιστεύω ότι πρέπει να έχουμε επαφές με αυτούς τους ανθρώπους, οι επαφές αυτές να γίνονται καθαρά σε πολιτισμικό επίπεδο και πεδίο, να μην επεκτείνονται ούτε σε θρησκευτικά, ούτε σε ιστορικά ή εθνικής φύσης θέματα, καθαρά μόνο σε αυτά που μας ενώνουν. Δηλαδή στη γλώσσα, στον πολιτισμό, στην λύρα, στον χορό και το τραγούδι!
Δηλαδή, αν δεν υπάρχει καταπίεση των πληθυσμών αυτών από το τουρκικό κράτος αυτή την στιγμή, υπάρχει το ενδεχόμενο αυτής. Οι άνθρωποι αυτοί είναι ενσωματωμένοι στην πολιτική, κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα στην Τουρκία. Εκ των πραγμάτων, όταν κάνουν κινήσεις, οι οποίες δείχνουν ότι προσανατολίζονται μαζικά προς την Ελλάδα, αυτό δυσχεραίνει την παραμονή τους εκεί. Θέλει εξαιρετικά λεπτούς χειρισμούς αυτό το ζήτημα, και όπως είπα, οι κινήσεις μας θα πρέπει να είναι εξατομικευμένες. Δηλαδή, να περιοριζόμαστε σε προσωπικές επαφές με αυτούς τους ανθρώπους, οι οποίες κάνουν καλό στη γενική υπόθεση. Το ζήτημα, ίσως στο μέλλον να έχει και άλλες διαστάσεις. Τώρα όμως θα πρέπει να αποφευχθούν ανεύθυνες προσεγγίσεις και σπέκουλες σε αυτό το θέμα!
Πρόσφατα στην ευρύτερη περιοχή της Σαμψούντας, στην διάρκεια εργασιών ανακαλύφθηκε ένας ομαδικός τάφος, από την Ποντιακή γενοκτονία. Στην χώρα μας δημιουργήθηκε αίσθηση. Γιατί δεν υπήρξε κάποια επίσημη ελληνική αντίδραση, κάποια παρέμβαση; Τι νομίζετε; Για το ζήτημα της γενοκτονίας του ποντιακού Ελληνισμού, έχω την εντύπωση, ότι ο πολιτικός κόσμος στην Ελλάδα, δεν έχει αντιληφθεί τις διαστάσεις του. Θα έλεγα ότι οι νεκροί της γενοκτονίας του ποντιακού Ελληνισμού, αλλά και του Ελληνισμού της Θράκης και της Μικράς Ασίας, δίνουν μία θαυμάσια ευκαιρία στη σύγχρονη Ελλάδα να αναδείξει αυτό το ζήτημα και να υποχρεώσει την Τουρκία, μία απροκάλυπτα επιτιθέμενη χώρα να γίνει μία αμυνόμενη χώρα. Και μία χώρα απολογούμενη. Αυτό το ζήτημα, φυσικά, θα πρέπει να αναδειχθεί με έξυπνο τρόπο, για να μπορέσει να φέρει αποτέλεσμα. Πιστεύω λοιπόν ότι ακόμη δεν έχουμε αντιληφθεί στην Ελλάδα τις διαστάσεις αυτού του ζητήματος. Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο, δεν εκμεταλλευόμαστε ως χώρα, δεν θα πω τις ευκαιρίες, αλλά τις περιστάσεις, που κατά καιρούς εμφανίζονται. Σε σχέση με τους τάφους: υπάρχει στην Ελλάδα μία άποψη, η οποία θα έλεγα ότι είναι και η επικρατούσα άποψη, ότι η ενασχόληση με τέτοια ζητήματα συνιστά αναχρονισμό και σκοταδισμό. Ότι είναι μία "εθνικιστική" και "σκοταδιστική" ενέργεια, η οποία θέτει σε κίνδυνο την ειρήνη και την ασφάλεια στην περιοχή και τις σχέσεις μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας. Δηλαδή, υπάρχουν ευθείες αμφισβητήσεις, ακόμη και για το αν έγινε γενοκτονία. Εφόσον αυτή η άποψη είναι η κρατούσα, δεν είναι δυνατόν για τα οστά πέντε ή δέκα ανθρώπων που βρέθηκαν σε έναν ομαδικό τάφο, να συνεγερθεί ο πολιτικός κόσμος και κατ' επέκταση και η ίδια η κυβέρνηση, για να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση. Θα έλεγα ότι αυτό που απαιτείται είναι - και εδώ έχει γίνει ένα λάθος από τον οργανωμένο Ποντιακό χώρο -το ζήτημα της γενοκτονίας να μην παραμείνει ένα ζήτημα μόνο των Ποντιακής καταγωγής Ελλλήνων, αλλά να γίνει ένα ζήτημα που θα αφορά όλους τους Έλληνες. Τους απανταχού Έλληνες, τους Κρήτες, τους Κύπριους, όπως ακριβώς το Κυπριακό αφορά όλους τους Έλληνες, έτσι θα έπρεπε να τους αφορά και το Ποντιακό.Όταν, απλώσει αυτό το ζήτημα στην ελληνική κοινωνία, όταν καταστεί ζήτημα όλων των Ελλήνων, όπως έγινε πέρυσι με το βιβλίο της Ιστορίας, τότε πιστεύω ότι και ο πολιτικός κόσμος θα υποχρεωθεί να ασχοληθεί σοβαρά με αυτό το ζήτημα και να ανταποκριθεί στις προσδοκίες του ελληνικού λαού. Ίσως θα έλεγα, ότι αυτό είναι ο ορθότερος τρόπος να παράγεται η πολιτική. Να παράγεται σε μία συνεχή και πλήρη αλληλουχία μεταξύ της ελίτ και του λαού και όχι από τα πάνω προς τα κάτω.
Να ανακινήσουμε το θέμα της Γενοκτονίας
Αυτό το βιώσαμε και με τα βιβλία. Τώρα, ως προς το εξωτερικό με το ζήτημα της αναγνώρισης της Ποντιακής γενοκτονίας: είναι ενήμερη η διεθνής κοινότητα, για το τι ακριβώς συνέβη εκείνη την εποχή, εκεί; Εμείς σαν κράτος, μπορούμε να κάνουμε κάποια πράγματα, τα οποία δεν έχουμε κάνει; Είπα πριν από λίγο, ότι η επικρατούσα άποψη στην Ελλάδα είναι ότι όσο αναμοχλεύουμε αυτό το ζήτημα, δυσκολεύεται η ελληνοτουρκική προσέγγιση. Εγώ θα έλεγα ότι αυτό είναι μία πολύ, επίπεδη και φτωχή διανοητικά προσέγγιση. Η ανακίνηση του ζητήματος της γενοκτονίας, αποτελεί συμβολή στην ειρήνη και στη σταθερότητα στην περιοχή. Διότι η λογική της γενοκτονίας και οι πολιτικές της γενοκτονίας, όσο δεν τίθενται στο εδώλιο και όσο δεν υποχρεώνουμε αυτούς οι οποίοι εφαρμόζουν τέτοιες πολιτικές να τις καταδικάσουν, αυτές θα αναπαράγονται. Και ακριβώς επειδή δεν το έκανε αυτό η Ελλάδα την δεκαετία του '20, γι αυτό ζήσαμε τα γεγονότα του '42, γι' αυτό ζήσαμε το 1955, τα Σεπτεμβριανά, γι' αυτό ζήσαμε τις απελάσεις του '64, γι αυτό ζήσαμε την εισβολή στην Κύπρο, γι' αυτό ζούμε καθημερινά τις προκλήσεις των Τούρκων στο Αιγαίο. Ακριβώς γιατί δεν βάλαμε στο εδώλιο την Τουρκία που διαπράττει γενοκτονίες. Το να διεκδικείς δικαίωση για την γενοκτονία, είναι μια πράξη ειρήνης, σταθερότητας και συμφιλίωσης. Με το να στρουθοκαμηλίζεις, να βάζεις το κεφάλι σου στην άμμο και να λες ότι δεν έγινε γενοκτονία, στην ουσία, νομιμοποιείς τις πολιτικές της γενοκτονίας και νομιμοποιείς όλες τις πολιτικές της Τουρκίας στον 20ο αιώνα. Θα έλεγα λοιπόν, ότι υπό τις παρούσες συνθήκες και γνωρίζοντας πώς λειτουργεί το κράτος - γενικά τα κράτη - είναι εξαιρετικά δύσκολο το ελληνικό κράτος να βρει τον τρόπο να αναδείξει το ζήτημα της γενοκτονίας διεθνώς. Ξαναλέω ότι αυτό πρέπει να γίνει υπόθεση όλων μας. Πρόσφατα, ήμουν στη Νέα Υόρκη, και έκανα μία ομιλία με πρωτοβουλία έξι επτά συλλόγων. Δύο ποντιακοί και πέντε άλλοι εθνοτοπικοί και πολιτικοί σύλλογοι -Κύπριοι, Θράκες - και εκεί ανάμεσα στο κοινό μόνο το 10 -15% ήταν Πόντιοι. Όλοι οι άλλοι ήταν Έλληνες από διάφορα μέρη της πατρίδος μας. Διαπίστωσα ένα τεράστιο ενδιαφέρον εκ μέρους αυτών των ανθρώπων. Και διάβασα πρόσφατα και ένα πρόγραμμα με πολλές δράσεις -συνδυασμένες- γύρω από το ζήτημα της γενοκτονίας στις ΗΠΑ. Θα έλεγα, λοιπόν, ότι και σε αυτήν την περίπτωση θα πρέπει ο απλός κόσμος να πάρει την υπόθεση στα χέρια του, μέσα από υπεύθυνες, μαζικές και οργανωμένες δράσεις, να δείξουμε το δρόμο στους πολιτικούς και στην Πολιτεία, για να έχουμε ένα ουσιαστικό αποτέλεσμα, σε αυτό το εθνικό ζήτημα. Υπάρχει κα μία πιο απλή λύση για τη διεθνοποίηση του θέματος, όμως, η οποία είναι απορίας άξιον, γιατί δεν χρησιμοποιείται από την χώρα μας. Όπως ακριβώς έγινε με την αρμενική γενοκτονία, η αναγνώριση της οποίας αποτελεί προϋπόθεση για την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θα μπορούσαμε να κάνουμε το ίδιο για το ζήτημα της Ποντιακής γενοκτονίας. Πρέπει να γίνει προϋπόθεση και προαπαιτούμενο. Σε αυτό ίσως γίνονται κάποιες κινήσεις, σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, από κάποιους Ευρωβουλευτές, αυτό το θέμα πρέπει σταδιακά να αναδειχθεί. Όμως το ξαναλέω, δεν είναι ζήτημα ελίτ και κομμάτων. Είναι ζήτημα του ίδιου του λαού. Εμείς οι ίδιοι πρέπει να δείξουμε το δρόμο. Και σε περίπτωση που κάποιοι δεν το αντιλαμβάνονται να τους υποχρεώσουμε να το αντιληφθούν.
Οι Πόντιοι της πρώην ΕΣΣΔ αποτελούν εθνικό κεφάλαιο
Να πάμε σε ένα άλλο κομμάτι του Ποντιακού Ελληνισμού. Αυτό της πρώην ΕΣΣΔ. Υπάρχει κάποια μέριμνα γι' αυτούς τους ανθρώπους; Μιλάω για αυτούς που έχουν μείνει στις χώρες αυτές. Διαπαιδαγωγούνται, γίνεται κάτι για να μην αφομοιωθούν; Αποτελούν και αυτοί οι άνθρωποι ένα εθνικό κεφάλαιο. Γιατί ο Ελληνισμός του 21ου αιώνα θα κληθεί να παίξει έναν άλλο ρόλο, όχι ελλαδικό, αλλά ελληνικό. Τον κλασσικό ρόλο του Ελληνισμού, ο οποίος αναδείχθηκε στην περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης, στην περιοχή της Μεσογείου και στην περιοχή του Ευξείνου Πόντου, διαχρονικά. Θα έπρεπε λοιπόν - ευχολόγια είναι αυτά - η ελληνική Πολιτεία, που εκεί δεν υπάρχουν προβλήματα σύγκρουσης συμφερόντων, αυτούς τους ανθρώπους να τους στηρίξουμε εκεί που βρίσκονται και να αποθαρρύνουμε την έλευσή τους στην Ελλάδα. Έγιναν ελάχιστα βήματα. Ευτυχώς όμως, το δαιμόνιο του Έλληνα λειτούργησε. Έχουμε πολύ ισχυρούς επιχειρηματίες εκεί, οι οποίοι θα έλθει η στιγμή που αντί να περιμένουν βοήθεια από την Ελλάδα, μάλλον αυτοί θα βοηθήσουν την Ελλάδα. Όπως για παράδειγμα ο Ιβάν Σαββίδης, ο οποίος είναι ένας Έλληνας με σημαντική και αξιοσημείωτη εθνική δράση. Πιστεύω ότι τέτοιας εμβέλειας και οικονομικής επιφάνειας άνθρωποι, στο τέλος θα βοηθήσουν αυτοί την Ελλάδα, αντί να γίνει το αντίθετο.
Μέχρι τώρα, δηλαδή δεν έχει γίνει κάτι από πλευράς ελλαδίτικης; Δεν θέλω να είμαι ισοπεδωτικός, έχουν γίνει κάποια πράγματα, όμως είναι αλήθεια ότι τα Ελληνόπουλα της περιοχής διψούν για την ελληνική γλώσσα και για την φροντίδα της ελληνικής Πολιτείας. Σε πολιτισμικό επίπεδο κυρίως.
Πρώτα το εθνικό συμφέρον
Μία τελευταία ερώτηση. Σχετικά πρόσφατα είχατε συγγράψει ένα βιβλίο σχετικά με την περίφημη υπόθεση Οτσαλάν. Κατά την παρουσίαση αυτού είχατε πει ότι υπάρχουν "αλήθειες που δεν λέγονται". Πόσα χρόνια πρέπει να περάσουν, για να δημιουργηθεί, ας πούμε το "ιστορικό μαξιλαράκι" και να μαθευτεί η αλήθεια για το τι έγινε τότε, η πλήρης αλήθεια; Κοιτάξτε, υπάρχουν ορισμένα ζητήματα. Η συγγραφή ενός βιβλίου, τουλάχιστον σε ό,τι με αφορά, είναι ταυτόχρονα και μία πολιτική πράξη. Και όταν προβαίνεις σε μία πολιτική πράξη, το πρωταρχικό είναι το εθνικό συμφέρον. Όταν λοιπόν από κάποιες αποκαλύψεις πλήττεται το εθνικό συμφέρον, είναι προφανές ότι αυτές οι αποκαλύψεις δεν πρέπει να γίνουν. Πάνω σε αυτό στηρίζεται η φράση που είπα, ότι υπάρχουν ορισμένα πράγματα που δεν λέγονται. Όχι επειδή υπάρχουν προκαταλήψεις ή στερεότυπα, αλλά επειδή πολύ απλά, η αποκάλυψη κάποιων πραγμάτων θα έπληττε την εικόνα της χώρας και τα εθνικά μας συμφέροντα. Αυτά τα ζητήματα μένουν, εάν είναι δυνατόν και για πάντα κρυφά, εάν αυτό απαιτούν τα εθνικά συμφέροντα. |