Ο τόπος ονομάστηκε «το χωριό των παράξενων», από παλιά, όταν ζούσε ακόμη ο ιδρυτής της κοινότητας, o ευγενής, Βλαντίμιρ Μπρέντελ, βιολόγος και κτηνίατρος στο επάγγελμα.
Τον κάλεσε να εγκατασταθεί εδώ, το 1927, ο τότε ηγέτης της Δημοκρατίας, Νέστορ Λακόμπα. Ο πρώτος λοιπόν, κτηνίατρος στην Αμπχαζία έκτισε ένα μεγάλο σπίτι στην παραλία, κι αργότερα άρχισαν να εγκαθίστανται στην περιοχή κι άλλοι Ρώσοι. Η οικία Μπρέντελ ήταν ανοιχτή σε όλους τους δημιουργικούς ανθρώπους, και είχε μετατραπεί σε τόπο διοργάνωσης συναυλιών. Ο οικοδεσπότης έπαιζε πιάνο, έγραφε ποίηση και ζωγράφιζε. Σήμερα, σ' αυτό το σπίτι διαμένει η εγγονή του, Όλγα Βοϊτσεχόβσκαγια-Μρέντελ. Διατηρεί τη μνήμη του ταλαντούχου παππού της και της μητέρας Όλγας, της πρεσβύτερης, η οποία ήταν γνωστή ζωγράφος. 
Πηγή: kiaraz.org
Θησαυροί του παρελθόντος
Το πρώτο ψηφιδωτό στην Αμπχαζία κοσμεί του τοίχους της κατοικίας Μπρέντελ, που ήταν γεμάτη επιβλητικά έπιπλα και πολλούς πίνακες. Σήμερα, η Όλγα η νεώτερη περπατά μέσα στο άδειο σπίτι ακούγοντας ένα παλιό ραδιόφωνο που κατά τη γνώμη της είναι καλύτερο από την τηλεόραση. Η ίδια, λόγω αναπηρίας- γεννήθηκε με μια ασθένεια των χεριών- δεν μπόρεσε να ξεπεράσει τους προγόνους της, ως προς τη δημιουργία. Σπούδασε όμως ιστορία τέχνης και μελετά το έργο της μητέρας της.Μοιάζει με σκιά που φυλά τους θησαυρούς του παρελθόντος. 
Έχουν γίνει πέντε διαρρήξεις. Πήραν εικόνες και παλαιά βιβλία. Άφησαν όμως τους πίνακες, καθώς είναι πολλοί και δεν κουβαλιούνται εύκολα.
Οι πίνακες στοιβάζονται στο ατελιέ, στη σοφίτα του σπιτιού. Η καλλιτεχνική κατοικία βρίσκεται ανάμεσα στις σιδηροδρομικές γραμμές και τη θάλασσα που απέχει μόλις 30 μέτρα από τον φράχτη του σπιτιού. Αρχικά, οι σιδηροδρομικές γραμμές περνούσαν πάνω σε αυτή τη στενή λωρίδα, φαγώθηκαν όμως από το νερό και τώρα περνάνε από την άλλη πλευρά του σπιτιού. Ευτυχώς, τα τρένα περνούν σπανίως και δεν απειλούν την ακεραιότητα του κτιρίου, κι ο δρόμος χορταριάζει σιγά -σιγά από θάμνους βατόμουρων.
Ο συνθέτης του ύμνου της Αμπχαζίας
Περπατώντας τις γραμμές βγαίνει κανείς στην πίσω πλευρά του σπιτιού, όπου κατοικεί ο συνθέτης Βαλέρι Τσκαντούα. 65 ετών. Φορά μια μεγάλη τραγιάσκα και έχει αετίσια μύτη. Λέει πως όταν σπούδαζε μουσική στη Μόσχα, οι γλύπτες τρελαίνονταν ασκούνται με την κατατομή του. Ο Βαλέρι είναι μαθητής του Σοστακόβιτς και του Προκόφιεφ. Συνέθεσε τρία μπαλέτα: “Ρίτσα” (το πρώτο μπαλέτο στην ιστορία της Αμπχαζίας), “Νάρτα” και το “Κάλεσμα της Επανάστασης”, καθώς και περισσότερα από σαράντα άλλα μουσικά έργα.
Το 1994, μετά τον πόλεμο για την ανεξαρτησία, ο πρόεδρος Αρντζίνμπα του ζήτησε να συνθέσει τον ύμνο της Αμπχαζίας, και εκείνος ενσωμάτωσε στο έργο μουσικά μοτίβα από τη δημοτική παράδοση. Έπρεπε να δουλεύει τον χειμώνα, και καθώς τα σπίτια τότε δεν είχαν θέρμανση η θερμοκρασία στο εσωτερικό κατέβαινε κάτω από το μηδέν. Αρνήθηκε να πάρει αμοιβή για το έργο και ο πρόεδρος παραχώρησε στον συνθέτη αυτή την “ κατοικία καλλιτέχνη”.
Μέντιουμ και γλωσσολόγος
Ένα τμήμα του σπιτιού έχει άδειους τοίχους, βαμμένους μπλε, στην είσοδο είναι αφημένο ένα ορειβατικό ποδήλατο, και στη γωνία του σαλονιού υπάρχει ένα πιάνο Petrof. Πάνω του στοιβάζονται παρτιτούρες, μια προτομή του Τσαϊκόφσκι, μια εικόνα του Αγίου Παντελεήμονα και μια απεικόνιση του λαγού και του λύκου που τραγουδούν, παρμένο από δημοφιλή σοβιετικά κινούμενα σχέδια.Ο συνθέτης αρχίζει να παίζει πιάνο παθιασμένα, αλλά τοPetrof τρίζει και φαλτσάρει τρομερά.
Την εποχή του πολέμου το αποσυναρμολόγησα, για να μην το κλέψουν πλιατσικολόγοι. Δεν κατάφερα όμως να το στήσω σωστά, εξομολογείται με λύπη ο Τσκαντούα. Δεν έχει ανάγκη όμως ν’ ακούει τη μελωδία, ο ήχος γεννιέται μέσα στο κεφάλι του.
Κοντά στο πιάνο έχει τοποθετήσει μια τεράστια πέτρα, που την κουβάλησε ο ίδιος από το φαράγγι Μπζίμπσκογε, για να του μεταδίδει, όπως λέει, μουσικές πληροφορίες! Είμαι και λίγο μέντιουμ και λίγο συγγραφέας γλωσσολόγος, ομολογεί ο Βαλέρι, ο οποίος έχει εκδώσει 7 βιβλία για την προέλευση των γλωσσών, που απαιτούν ειδική προετοιμασία εκ μέρους του αναγνώστη.
Εξορία για ένα ανέκδοτο
Η εξαιρετικά δύσκολη αμπχαζική γλώσσα, που κατάγεται από τα χεττιτικά, δίνει πολλά κίνητρα για γλωσσολογική μελέτη. Αυτό ήταν το αντικείμενο του πατέρα της 70χρονης Μαργαρίτας Οριόλκινα, που ζει δίπλα από το σπίτι του Μρέντελ.
Ο επιστήμονας ιστορικός, ζωγράφος και γλωσσολόγος Βλαντίμιρ Οριόλκιν εγκαταστάθηκε στην Αμπχαζία το 1947. Φύτεψε κήπο στην ακρογιαλιά και άρχισε να ασχολείται με καλλιέργειες. Ακόμα και τώρα, μέσα στη ζούγκλα που δημιουργήθηκε γύρω από το μικρό σπιτάκι, υπάρχουν πάνω από χίλια είδη από τοπικά πεύκα, πικροδάφνες, μανταρινιές και πολλά άλλα.
Πηγή: LegionMedia
Η ειδυλλιακή ζωή όμως δεν κράτησε πολύ. Το 1949 ο Βλαντίμιρ συνελήφθη εξαιτίας ενός πολιτικού ανέκδοτου. Πέρασε πέντε χρόνια σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, έπειτα γύρισε και δημιούργησε τον πίνακα “Έκλειψη ηλίου” που απεικονίζει κολώνες καμπουριασμένων φυλακισμένων και τον ήλιο που σκεπάζεται από ένα σύννεφο, που έχει το περίγραμμα της μορφής του Στάλιν.       
 Η Μαργαρίτα και ο χρυσοθήρας                          
Η Μαργαρίτα μεγάλωσε ως αντιφρονούσα. Βοηθούσε τον πατέρα της να ζωγραφίζει τις φιγούρες των φυλακισμένων, κάνοντας το μοντέλο με τα χέρια της διπλωμένα πίσω από την πλάτη. Στη συνέχεια ποφοίτησε από τη Δημοσιογραφική σχολή του Πανεπιστημίου Λομονόσωφ της Μόσχας, και εκδιώχθηκε από την Ένωση συγγραφέων, επειδή διάβαζε Σολζενίτσιν.
Σήμερα, μετά από ένα εγκεφαλικό επεισόδιο, έχει λίγες επαφές με ανθρώπους. Μια φορά στις δύο βδομάδες πηγαίνει στην πόλη για ψώνια και παράλληλα φροντίζει τρία σκυλιά και δεκατέσσερις γάτες που μένουν μαζί της. Γι' αυτό οι γείτονες την θεωρούν λίγο περίεργη. Και συνεχίζουν να της κουβαλούν αδέσποτα ζώα!
Από την περασμένη άνοιξη έχει και άλλον ένα “τρόφιμο”, τον 62χρονο συνταξιούχο Αλεξάντρ Πολεζάεφ. Πρώην αλήτης, τυχοδιώκτης, χρυσοθήρας, που ήρθε να ζήσει ήρεμα στο καλό κλίμα που προσφέρει η θάλασσα. Ψαρεύει, μαζεύει μανιτάρια και βοηθά με το νοικοκυριό.
Εικαστικά γεγονότα
Πριν από ένα χρόνο εμφανίστηκε άλλος ένας γείτονας στο χωριό των παράξενων. Ο πρώην καθηγητής από το Κρασνοντάρ Αλεξάντρ Τιούτσεφ, 64 ετών, έφτασε στην Αμπχαζία αναζητώντας ηρεμία και απομόνωση. Πάνω στην παραλία, πίσω από τον ποταμό Κελασούρ, δημιουργεί ασυνήθιστες μορφές από γυαλισμένες από τη θάλασσα πέτρες : πουλιά, ελάφια, σαύρες. Εκατοντάδες πέτρες και ξύλα που ξεβράζει η θάλασσα αξιοποιούνται στην ανέγερση της “Χώρας των θαυμάτων”, της τοπικής εκδοχής της Ντίσνεϊλαντ.
Κάποτε, εδώ υπήρχε μια χωματερή, λέει ο Αλεξάντρ. Τώρα, κανείς δεν πετάει σκουπίδια, ούτε φτύνει χάμω. Έρχονται κυρίες με παιδιά, ζητούν την άδεια να καθίσουν εδώ, να παίξουν.
Μέσα σε ένα χρόνο ο Τιούτσεφ έγινε αναπόσπαστο κομμάτι του τοπίου και άξιος διάδοχος του έργου των “παράξενων” του Κελασούρ.
Ίσως αυτή η παράδοξη όαση στον κόσμο των smartphones, των μαύρωνLexus και της φόρμας Adidas κινεζικής προέλευσης, έχει μέλλον, αφού οι αλλόκοτοι είναι πιο δυνατοί απ' ό,τι φαίνεται. Δεν φοβούνται ούτε κύματα, ούτε πολέμους. Και συνεχίζουν να συνομιλούν με τις μούσες, παρά την ανέχεια.