Μια δήλωση του Μπόζινταρ Ντιμιτρόφ, υπουργού Προεδρίας της Βουλγαρίας, υπεύθυνου για τα ζητήματα των Βουλγάρων της διασποράς, ανέδειξε την τεράστια βαρύτητα την οποία μπορούν να αποκτήσουν τα θέματα που αφορούν στην απαίτηση αποζημιώσεων για περιουσίες ατόμων, οικογενειών και ομάδων που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες και τις περιουσίες τους στην Τουρκία τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
του Σάββα Καλεντερίδη
Όλα ξεκίνησαν με τη δήλωση του νέου υπουργού άνευ χαρτοφυλακίου-ιστορικού Ντιμιτρόφ, ο οποίος είπε ότι η Βουλγαρία θα ζητήσει αποζημιώσεις δέκα δισεκατομμυρίων δολαρίων για τις περιουσίες που εγκατέλειψαν οι 250.000 Βούλγαροι όταν απελάθηκαν από το τουρκικό κράτος από τις εστίες τους στην Ανατολική Θράκη και την Κωνσταντινούπολη, κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Βούλγαρος υπουργός, μάλιστα, είπε ότι η χώρα του θα θέσει ως προϋπόθεση την καταβολή των αποζημιώσεων για να συνεχιστούν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας με την Ε.Έ. και ότι έχουν αρχίσει ήδη εργασίες για τη συγκέντρωση στοιχείων από τους κληρονόμους των Βουλγάρων, οι οποίοι εγκατέλειψαν το 1913 την Τουρκία, καθώς και από τα αρχεία του βουλγαρικού κράτους. Με βάση τα όσα ανέφερε ο Ντιμιτρόφ, μέχρι στιγμής έχουν συγκεντρωθεί περί τα 2.300 έγγραφα που σχετίζονται με το θέμα, ωστόσο αναμένεται ότι θα παρουσιαστούν αρκετές χιλιάδες ακόμη από τους συγγενείς Βουλγάρων προσφύγων-δικαιούχων, γεγονός που σημαίνει ότι το συνολικό ποσό της αποζημίωσης που θα απαιτηθεί, μπορεί να ξεπεράσει ακόμα και τα 20 δισεκατομμύρια δολάρια.
Συγκεκριμένα ο Μπόζινταρ Ντιμιτρόφ, που μίλησε στο Reuters, δήλωσε χαρακτηριστικά: «Η Τουρκία δεν έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της, οι οποίες προβλέπονται στη συμφωνία της Άγκυρας του 1925. Το θέμα έχει συμπεριληφθεί ήδη στην έκθεση προόδου της Ε.Ε. για την Τουρκία. Η Τουρκία έχει αναγνωρίσει το ζήτημα. Δεν έχει πει ότι δεν θα πληρώσει, αλλά θέλει να ξέρει ακριβώς το ποσό».
Αυτά με τις δηλώσεις του Βούλγαρου υπουργού.
Στη συνέχεια, τη σκυτάλη πήραν τα τουρκικά ΜΜΕ, για να ακολουθήσει ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, ο πολύς Αχμέτ Νταβούτογλου, ο οποίος είπε επί λέξει τα εξής: «Όσον αφορά τη δήλωση εκείνη, έχω να πω ότι τα γεγονότα εκείνη την εποχή δεν είχαν μονομερή κατεύθυνση. Τότε υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τη Βουλγαρία και να εγκατασταθούν στην Τουρκία δυο εκατομμύρια άνθρωποι. Εάν λοιπόν ανοίξουμε σε συζήτηση τέτοια ζητήματα, αυτό θα πρέπει να γίνει σε όλες τις διαστάσεις. Και αυτό θα επηρεάσει (αρνητικά) την πορεία των σχέσεων που διατηρούμε με την περίοδο αυτή. Άλλωστε, τα θέματα αυτά συζητήθηκαν και στο παρελθόν μεταξύ των δυο χωρών. Η Τουρκία ανέκαθεν έδειξε πνεύμα συνεργασίας σε ζητήματα που προέκυψαν από την αμοιβαία φυγή προσφύγων. Όμως, η συνεργασία αυτή δεν έγινε στο πλαίσιο αυτό (της καταβολής αποζημιώσεων, σ.τ.μ.), αλλά στο πλαίσιο της αμοιβαίας διευθέτησης μέσω ιδρυμάτων. Θεωρούμε όμως ότι η συνέχιση της τουρκοβουλγαρικής φιλίας είναι προς το συμφέρον και των δυο χωρών. Και είναι μεγάλη ανάγκη να αποφεύγονται τέτοιου είδους δηλώσεις που πλήττουν αυτή τη φιλία. Εμείς θα εξακολουθήσουμε και από τούδε και στο εξής να εργαζόμαστε με τους Βούλγαρους γείτονές μας σε κάθε τομέα που βοηθά στη συνέχιση και την ανάπτυξη της μεταξύ μας συνεργασίας».
Αμέσως μετά τη δήλωση του Νταβούτογλου, που υποκρύπτει απειλή, ακολούθησαν δηλώσεις του Πρωθυπουργού και του υπουργού Εξωτερικών της Βουλγαρίας, που «άδειαζαν» κυριολεκτικά τον Ντιμιτρόφ, ενώ άφηναν ανοιχτό ακόμα και το ενδεχόμενο της απομάκρυνσής του από την κυβέρνηση. Παρόλα αυτά, όμως, είναι προφανές ότι το θέμα παραμένει ανοιχτό, αφού, σύμφωνα με μελέτη που ετοιμάζουμε για το θέμα και θα παρουσιάσουμε στο επόμενο φύλλο μας, οι σύλλογοι Βουλγάρων που έχουν καταγωγή από την Ανατολική Θράκη ανακίνησαν το θέμα των περιουσιών των προγόνων τους, συνέλεξαν στοιχεία και πίεσαν ή «πίεσαν» την κυβέρνησή τους να συμπεριλάβει το θέμα των περιουσιών και να το θέσει ως προϋπόθεση για την πρόοδο των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας. Αποτέλεσμα της δράσης και των πιέσεων των συλλόγων ήταν να κινηθούν η κυβέρνηση και διπλωματία της γειτονικής χώρας και να καταφέρουν να συμπεριλάβουν το θέμα των περιουσιών στην Έκθεση Προόδου της Τουρκίας για το 2007.
Συγκεκριμένα, στο άρθρο 40, που αφορά τα Περιφερειακά Θέματα και τα Θέματα των Διεθνών Σχέσεων, μεταξύ άλλων, αναφέρονται τα εξής: «Η Ε.Ε. υπενθυμίζει στην Τουρκία τις υποσχέσεις της στο θέμα των σχέσεων καλής γειτονίας και στο πλαίσιο των υποσχέσεων αυτών τονίζει την προσδοκία να απέχει από οποιαδήποτε απειλή προς τις γειτονικές της χώρες και να επιλύσει τα υπάρχοντα προβλήματα δια της ειρηνικής οδού, όπως επιβάλλουν οι όροι του ΟΗΕ, των διεθνών και των διμερών συμφωνιών. Κυρίως, καλεί τις τουρκικές αρχές να επιλύσουν τα σοβαρά διμερή προβλήματα με τη Βουλγαρία, μέσα στο πνεύμα των σχέσεων καλής γειτονίας (τα προβλήματα της περιουσίας των Βουλγάρων προσφύγων από τη Θράκη κ.λπ.), και να διευρύνουν το διάλογο».
Με άλλα λόγια, οι Βούλγαροι, που δεν υπέστησαν γενοκτονία και δεν ξεριζώθηκαν κατά εκατομμύρια από προαιώνιες εστίες, όπως συνέβη με τους Έλληνες της Θράκης, του Πόντου και της Ανατολής, που δεν υπέστησαν εθνοκάθαρση, όπως οι Έλληνες της Πόλης, της Ίμβρου, της Τενέδου και της Κύπρου, για 250 χιλιάδες συμπατριώτες τους που ξεριζώθηκαν από τις εστίες τους στην Ανατολική Θράκη είχαν την πρόνοια, όταν υπέγραφαν τη Συμφωνία Ειρήνης του 1925, και δεν απεμπόλησαν τα δικαιώματά τους στις περιουσίες που εγκατέλειψαν. Και μετά από έναν ολόκληρο αιώνα, με ένα κράτος και μια οικονομία διαλυμένη, με τουρκική μειονότητα να παίζει σοβαρό ρόλο στα πολιτικά πράγματα, με μόλις λίγα χρόνια παρουσίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι σύλλογοι προσφύγων από την Ανατολική Θράκη, οι Βούλγαροι διπλωμάτες, οι πολιτικοί και οι ευρωβουλευτές τους, βρήκαν τον τρόπο να τεκμηριώσουν και να αναδείξουν το θέμα και να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους, ενώ κατόρθωσαν να το συμπεριλάβουν και στην έκθεση συμπερασμάτων της Ε.Ε. για την Τουρκία. Δηλαδή, το θέμα των περιουσιών που εγκατέλειψαν οι Βούλγαροι της Ανατολικής Θράκης τείνει να γίνει ευρωπαϊκό.
Οποιαδήποτε σύγκριση της βουλγαρικής περίπτωσης με την αντίστοιχη ελληνική προκαλεί θλίψη. Γιατί με τη Σύμβαση της Άγκυρας, η Ελλάδα έβαλε ταφόπλακα στο ζήτημα των περιουσίων, ενώ όταν επιχειρήθηκε από συλλόγους και οργανώσεις η Γενοκτονία του ποντιακού ελληνισμού να γίνει ευρωπαϊκό ζήτημα, οι Έλληνες διπλωμάτες και πολιτικοί κώφευσαν, ενώ υπήρχαν ευρωβουλευτές, που τώρα κατέχουν υπουργικούς θώκους, οι οποίοι θεώρησαν τραγικό λάθος την απαίτηση των Αρμενίων και Ποντίων να γίνει πολιτικό κριτήριο για την Τουρκία η αναγνώριση των γενοκτονιών.
Και τώρα, παρακολουθούμε τους Βουλγάρους να κάνουν έξυπνη πολιτική και τους Τούρκους να συνεχίζουν να προκαλούν στην Κύπρο, το Αιγαίο και τη Θράκη. Σε τέτοιες περιπτώσεις, οι παλαιοί έλεγαν: Που κι νουνίζ' όντες κάθεται, θαμάεται όντες σκούται.
Κύριο άρθρο της εφημερίδας ΠΟΝΤΙΑΚΗ ΓΝΩΜΗ, φύλλο 11
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου